Sanan maquereau käännös ranska-kreikka
- σωματέμπορος
- εκμαυλιστής
- κολιός
- μαστροπός
- νταβατζής
- προαγωγός
- σκουμπρίΟρισμένοι από εσάς ανέφεραν το σκουμπρί. Plusieurs d'entre vous ont évoqué le maquereau. Αναφέρομαι συγκεκριμένα στο σκουμπρί και στη ρέγκα. Je pense, en particulier, au maquereau et au hareng. Όπως γνωρίζετε, η Επιτροπή Αλιείας ανησυχεί γα την κατάσταση σχετικά με το σκουμπρί. Comme vous le savez, la question du maquereau inquiète la commission de la pêche.