Sanan fortune käännös ranska-kreikka
- ευκατάστατος
- περιουσίαΕνός ανθρώπου που οφείλει ολόκληρη την περιουσία του στην κερδοσκοπία. L'homme qui ne doit sa fortune qu'à la spéculation! Θα κοστίσει μια μικρή περιουσία χωρίς κανένα απτό αποτέλεσμα. Cela coûterait une petite fortune sans obtenir de résultats tangibles.
- πλούτος
- τύχη