Sanan slepý käännös tsekki-kreikka
- αδιέξοδο
- αδιέξοδος
- αόμματος
- τυφλόςΔεν είμαι φυσικά τυφλός και υπό υποτιθέμενα Κομμουνιστικά καθεστώτα υπήρξε καταπίεση, αδικία και εξαναγκασμός. Samozřejmě nejsem slepý, i za tzv. komunismu byly represe, činy bezpráví i násilí.