Sanan repentinamente käännös portugali-kreikka
- ξαφνικάΕντούτοις, τον περασμένο χρόνο, η Πολωνία απαίτησε ξαφνικά την έκδοση του εν λόγω επιχειρηματία. Contudo, no ano passado, a Polónia exigiu repentinamente a extradição deste empresário. Δεν πρέπει να λησμονούμε, ωστόσο, ότι στην πραγματικότητα, έχουμε ήδη τρόπους να μετριάσουμε προβλήματα που προκύπτουν ξαφνικά. Não podemos esquecer, porém, que na realidade já dispomos de meios de mitigar problemas que surgem repentinamente.